Toυ Θάνου Μαντζάνα, πολιτικό επιστήμονα - δημοσιογράφο
Μια φορά και ένα καιρό λοιπόν υπήρχε μια πόλη. Δεν ήταν η καλύτερη του κόσμου αλλά ούτε και η χειρότερη, δεν ήταν η πιο όμορφη αλλά ούτε και η πιο άσχημη, σίγουρα πάντως ήταν, αν όχι η πιο βρώμικη απ’ όλες, μια από τις πλέον βρώμικες που υπήρχαν.
Παρ’ όλα αυτά όμως οι κάτοικοι της, οι πολίτες της, την αγαπούσαν, με όλα τα καλά και τα κακά της. Τόσο πολύ μάλιστα που αρκετοί την αποκαλούσαν ακόμα «κλεινόν άστυ», ούτως ειπείν αγαπημένη πόλη στην γλώσσα που μιλούσαν οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής της πόλης τους (γιατί ο τόπος αυτός είχε μια εξαιρετικά μακρόχρονη Ιστορία ως χώρος μαζικής (συγκατ)οίκησης ανθρώπων που πήγαινε χιλιάδες χρόνια πίσω.
Ορισμένοι μάλιστα από τους σύγχρονους κατοίκους της υποστήριζαν ότι ήταν απευθείας απόγονοι εκείνων των πρώτων πολιτών, ενάντια σε οποιοδήποτε σοβαρό δεδομένο της ανθρωπολογίας, της Ιστορίας και μερικών ακόμα επιστημονικών πεδίων).
Επιφανειακά όλα ήταν μια χαρά σε αυτή την πόλη και οι κάτοικοι της, οι αστοί της, περνούσαν πολύ ωραία. Κανείς όμως εκτός από τους ίδιους δεν ήξερε το τρομερό μυστικό που έκρυβαν επί πολλά χρόνια: Την αγαπημένη τους πόλη είχε επιλέξει ως άντρο και χώρο δράσης του ένας τρομερός κακοποιός, μια σκοτεινή και επίφοβη στο έπακρο εγκληματική προσωπικότητα, ένα αληθινό ανθρωπόμορφο τέρας! Κανείς δεν γνώριζε ακριβώς το παρελθόν του, ούτε καν αρκετές λεπτομέρειες για αυτό. Άλλωστε κανείς δεν τον είχε δει ποτέ αλλά ακόμα και αν είχε συμβεί αυτό δεν είχε επιζήσει για να τον περιγράψει.
Οι διάσπαρτες φήμες πάντως για αυτόν έλεγαν πως ήταν άτομο εξαιρετικής ευφυίας που την είχε εκδηλώσει από την παιδική του ήδη ηλικία, όπως άλλωστε και τις εγκληματικές του τάσεις. Η επικρατούσα φήμη έλεγε ότι είχε σπουδάσει ψυχιατρική – με λαμπρές μάλιστα επιδόσεις κατά τη διάρκεια των σπουδών του – με μοναδικό σκοπό να μπορεί να κατέχει και να ελέγχει καλύτερα την εγκληματική του δραστηριότητα, με άλλα λόγια να την ασκεί απερίσπαστος και πιο αποτελεσματικά εις βάρος όλων των υπολοίπων. Παρ’ όλα αυτά, όπως επέμεναν πάντα οι φήμες, δεν απέφυγε το να κάνει μια φορά ένα πολύ σοβαρό λάθος που κάπου, κάποτε, κάπως οδήγησε στη σύλληψη του.
Ηταν τότε ακριβώς όμως που απέδειξε περισσότερο από κάθε άλλη φορά τις σατανικές διανοητικές του ικανότητες με το να ξεφύγει με έναν απίστευτο τρόπο κυριολεκτικά μέσα από τα χέρια του νόμου! Και όπως ήταν δυστυχώς αναμενόμενο ήταν εξοργισμένος για την έστω και σύντομη σύλληψη του και γι’ αυτό μετά από την δραπέτευση του ο διαβολικός δόκτωρ έγινε πιο επικίνδυνος από ποτέ…
Ηταν τότε λοιπόν που μετέτρεψε τη δράση του σε μαζική και στράφηκε εναντίον όλων των κατοίκων της πόλης. Δεν έκανε τίποτα διαφορετικό από πριν, απλά το έκανε σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα…Και έτσι ο δόκτωρ Χάνιμπαλ Τιλέκτερ έγινε ο φόβος και ο τρόμος, στην κυριολεξία η μάστιγα των αστών!
Χτυπούσε πάντα μια συγκεκριμένη ώρα, κάθε βράδυ γύρω στις 8 αν και για ορισμένους από τους αστούς αυτό συνέβαινε λίγο νωρίτερα, κάπου γύρω στις 7 και γα μερικούς άλλους μια ώρα αργότερα, στις 9. Η βασική, κεντρική ώρα της δράσης του όμως ήταν στις 8… Τότε ήταν που εξαπέλυε το κακό που είχε μέσα του εναντίον των αστών, σίγουρος για την ολέθρια, θανατηφόρα επίδραση που είχε επάνω τους.
Γιατί ένα και μόνο πράγμα ήθελε να κάνει ο δόκτωρ Χάνιμπαλ Τιλέκτερ στους άλλους, αυτό επεδίωκε να προκαλεί στους συνανθρώπους του από τότε που ήταν παιδί, να τους στερεί την ικανότητα του λόγου! Και βέβαια με την πάροδο του χρόνου και καθώς η δράση του γινόταν πιο συστηματική το κατόρθωνε όλο και περισσότερο, γινόταν όλο και πιο αποτελεσματικός σε αυτό. Μετά από τόσα χρόνια εγκληματικής του δραστηριότητας είχε πια την πόλη υπό τον απόλυτο σχεδόν έλεγχο του, κάθε βράδυ από τις 8 και για σχεδόν δύο ώρες οι αστοί έμεναν σιωπηλοί.
Στην αρχή προσπαθούσαν να μιλήσουν αλλά δεν μπορούσαν και, καθώς το σύμπτωμα δεν λειτουργούσε απλώς προσθετικά αλλά σωρευτικά, μετά από κάποιο διάστημα τους ήταν πλέον αδύνατο οπότε εγκατέλειπαν ακόμα και την προσπάθεια. Είχε μάλιστα αρχίσει να παρατηρείται και το εξαιρετικά ανησυχητικό φαινόμενο ορισμένοι από τους αστούς να χάνουν την ικανότητα του λόγου όχι μόνο τις δύο περίπου ώρες που ο δόκτωρ Τιλέκτερ ενέτεινε τη δράση του αλλά και κατά τη διάρκεια του υπολοίπου εικοσιτετραώρου. Και δυστυχώς η τάση αυτή φαινόταν να έχει ένα προοδευτικά αυξητικό χαρακτήρα…
Ετσι λοιπόν είχαν τα πράγματα για πάρα πολύ καιρό στην πόλη και, αν και πάντα ζώντας με το δέος του δόκτορα Τιλέκτερ, οι αστοί είχαν αρχίσει πια να συνηθίζουν. Ώσπου ξαφνικά μιαν ημέρα κάτι συνέβη και η κατάσταση άλλαξε…Μερικοί από τους αστούς ειδοποίησαν – διαμέσου ενός πράγματος που το έλεγαν Headbok και πάρα πολλοί από αυτούς χρησιμοποιούσαν – όσους και όποιους από τους υπόλοιπους ήθελαν να συγκεντρωθούν μετά από δύο ημέρες μαζί τους στην κεντρική πλατεία της πόλης, το Δίδαγμα.
Την έλεγαν έτσι για να θυμούνται ότι πολλά χρόνια πριν, σχεδόν δύο αιώνες, το 1843, οι άμεσοι και αληθινοί αυτή τη φορά πρόγονοι τους είχαν συγκεντρωθεί σε αυτή την πλατεία για να απαιτήσουν κάτι. Αλλά…τί όμως; Είχε περάσει τόσος πολύς χρόνος που δεν μπορούσαν ποια να θυμηθούν τι ήταν, πόσο μάλλον τι έπρεπε να διδάσκονται από αυτό και το οποίο ήταν και η αιτία που είχαν δώσει το συγκεκριμένο όνομα στην πλατεία τους.
Οπως και αν έχει μαζεύτηκαν πολλοί εκείνο το βράδυ στο Δίδαγμα. Τους άρεσε που βρέθηκαν όλοι μαζί και, για πρώτη φορά μετά από τόσο καιρό, είχαν την ευκαιρία να μιλήσουν και έτσι έδωσαν ραντεβού και την άλλη ημέρα, την ίδια ώρα και στο ίδιο σημείο. Πήγαν όλοι και αρκετοί ακόμα οπότε ανανέωσαν το ραντεβού τους και για την επόμενη οπότε πήγαν ακόμα περισσότεροι.
Το πράγμα συνεχίστηκε με γεωμετρική πρόοδο και μια εβδομάδα αργότερα ένα μεγάλο ποσοστό του συνολικού αριθμού των αστών περνούσε καθημερινά, για περισσότερη ή λιγότερη ώρα, από το Δίδαγμα. Καθώς μάλιστα και ο καιρός ευνοούσε, είχε αρχίσει να καλοκαιριάζει, ουκ ολίγοι από τους αστούς αποφάσισαν να μένουν όλη την ημέρα στην πλατεία, διανυκτερεύοντας σε πρόχειρα καταλύματα.
Πολύ σύντομα η απογευματινή βόλτα στο Δίδαγμα έγινε κάτι σαν την καθημερινή διασκέδαση των αστών. Επιδίδονταν σε ένα σπορ που ήταν τόσο αγαπητό μόνο στη χώρα τους και το έλεγαν «καμάκι», έψηναν μπουρέκια που φυσικά μετά τα έτρωγαν και κατανάλωναν τεράστιες ποσότητες από το αγαπημένο τους καλοκαιρινό ποτό, τον Ξανθωπό Ζωμό.
Ο Ξανθωπός Ζωμός έχει ως γνωστόν διουρητικές ιδιότητες, κάτι που φυσικά είναι θετικό για την υγεία. Σε μεγάλες ποσότητες όμως τείνει να προκαλεί το κοινώς λεγόμενο «φούσκωμα» – στην επιστημονική ορολογία τυμπανισμό – που, όσο νάναι, παρεμποδίζει κάπως την ομαλή κυκλοφορία του αίματος με αποτέλεσμα ο εγκέφαλος να μην οξυγονώνεται επαρκώς. Ας κρατήσουμε αυτή την ελλιπή οξυγόνωση του εγκεφάλου διότι, όπως θα διαπιστώσετε ευθύς αμέσως, ίσως και να είναι καθοριστικής σημασίας.
Από τη στιγμή που είχαν αρχίσει οι συγκεντρώσεις στο Δίδαγμα ο δόκτωρ Τιλέκτερ, χωρίς να εξαφανιστεί εντελώς, είχε περιορίσει αρκετά τη δράση του. Γι’ αυτό και εκείνο που απολάμβαναν περισσότερο οι αστοί από τη νέα τους πραγματικότητα ήταν ότι επιτέλους μιλούσαν.
Μιλούσαν ξανά μετά από πάρα πολύ καιρό ή και για πρώτη φορά μερικοί από αυτούς, μιλούσε ο καθένας μόνος του και όλοι μαζί, μιλούσαν πολύ και αυτό τους άρεσε περισσότερο. Μέχρι που άρχισαν να παρατηρούν κάποια πράγματα που μερικοί από αυτούς δεν ήξεραν και αρκετοί από τους υπόλοιπους προτιμούσαν να υποκρίνονται ότι αγνοούσαν ή απλά είχαν λησμονήσει.
Οι αστοί, για παράδειγμα, πίστευαν ότι αν μιλούσαν όλοι μαζί, ταυτόχρονα – και κατά προτίμηση όσο πιο δυνατά μπορούσαν – θα είχαν ένα ωραίο, αρμονικό αποτέλεσμα. Κάτι σαν μια χορωδία ας πούμε…Μόλις τότε άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι για να φτάσει σε αυτό το αποτέλεσμα μια χορωδία χρειάζεται μια παρτιτούρα την οποία διέπουν αρχές και κανόνες όπως επίσης χρειάζονται και μακρόχρονες και κοπιαστικές πρόβες. Χωρίς αυτά δεν έχεις χορωδία αλλά χασμωδία…ίσως ακόμα και οχλαγωγία.
Οι αστοί επίσης αντιδρούσαν – και πιθανότατα δικαιολογημένα – στην λέξη «συναίνεση» που κάποιοι επιχειρούσαν να τους επιβάλλουν. Δυστυχώς όμως μάλλον ούτε είχαν ακούσει καν μιαν άλλη πολύ σημαντική λέξη, την συν-έργεια. Τέλος τους ήταν πολύ δύσκολο, τουλάχιστον στην αρχή, να συλλάβουν το πολύ απλό γεγονός του ότι για να έχεις μια οργανωμένη και αποτελεσματική συλλογικότητα πρέπει να ξεκινήσεις με συγκροτημένες ατομικές προσωπικότητες, το πρώτο είναι απλά αδύνατο χωρίς το δεύτερο. Και αυτή η καταραμένη η διαδικασία της σκέψης ήταν άχαρη και εξαιρετικά κοπιαστική, πόσο μάλλον με έναν εγκέφαλο σε υπερθέρμανση και συχνά όχι με την απαιτούμενη ταχύτητα, οι βλαβερές συνέπειες της ελλιπούς οξυγόνωσης που προαναφέραμε.
Όταν άρχισαν να το καταλαβαίνουν αυτό τους φόβισε πολύ…Αυτό όμως που αληθινά τρόμαξε τους αστούς ήταν η διαπίστωση στην οποία τους οδήγησε, ότι το να μιλάς δεν είναι αρκετό…ή μάλλον ότι πριν μιλήσεις είναι αναγκαίο να σκεφτείς. Προσπάθησαν σκληρά είναι η αλήθεια να το κάνουν, προσπάθησαν να σκεφτούν… Αλλά δεν ήξεραν το πώς…ή δεν μπορούσαν…μερικοί ίσως ακόμα και να μην ήθελαν.
Και ήταν τότε που μερικοί από αυτούς, όσοι γνώριζαν λίγο καλύτερα την ζωή, πραγματικά πανικοβλήθηκαν. Γιατί μόλις τότε συνειδητοποίησαν ότι η δράση του δόκτορα Τιλέκτερ όλα αυτά τα χρόνια δεν περιοριζόταν μόνο σε αυτό που πίστευαν…Εκτός από το να τους κλέβει την ικανότητα και την ιδιότητα του λόγου είχε αρχίσει να κάνει το ίδιο και με αυτή της σκέψης. Και αυτό ήταν πολύ χειρότερο…
Το σοκ, ειδικά για εκείνους από τους αστούς που είχαν πιστέψει πάρα πολύ στη δύναμη και την αξία την οποία είχαν οι συγκεντρώσεις στο Δίδαγμα, ήταν πολύ μεγάλο. Αυτό όμως που τους έκανε έντρομους ήταν ότι έβλεπαν ότι, εξαιτίας αυτής ακριβώς της αδυναμίας για σκέψη, πολλοί από τους υπόλοιπους, σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και οι ίδιοι, είχαν αρχίσει να νοσταλγούν τον δόκτορα Τιλέκτερ.
Δεν ήταν καλύτερα όταν δεν έπρεπε να μιλάμε και άρα ούτε και να σκεφτόμαστε; έλεγαν μέσα τους, έστω και χωρίς να τολμούν να το εξομολογηθούν ούτε καν στον ίδιο τον εαυτό τους. Ευτυχώς το πολύ ζεστό και υγρό καλοκαίρι της πόλης τους βοηθούσε να ξεχάσουν, να απομακρύνουν λίγο αυτή την αγωνία… Σιγά – σιγά άρχιζαν να μαζεύονται στο Δίδαγμα όλο και λιγότεροι, στο τέλος δεν πήγαινε πια κανένας και προτιμούσαν άλλα μέρη για να πίνουν τα βράδια τον Ξανθωπό Ζωμό τους.
Μετά μερικοί από αυτούς, όσοι μπορούσαν, πήγαν για κάτι που το έλεγαν διακοπές (το οποίο, αν και σε πρώτο επίπεδο δεν είχε καμία σχέση με οποιουδήποτε είδους διακόπτη, στην πράξη συνίστατο στο κατέβασμα πολλών, όσων το δυνατόν περισσότερων τέτοιων). Λίγοι θυμόντουσαν πια το Δίδαγμα και τις προσπάθειες που έκαναν εκεί για να μιλήσουν με την εξαίρεση ίσως των εμπνευστών του οι οποίοι επέμεναν να το υπενθυμίζουν πότε – πότε και στους άλλους μέσα από το Headbook και άλλους τρόπους που προσέφερε το Δια-παραγάδι.
Ο καιρός πέρασε, το καλοκαίρι έφτασε στο τέλος του και οι τελευταίοι από τους αστούς άνοιξαν και πάλι τους διακόπτες και επέστρεψαν στην καθημερινότητα και στις δουλειές τους. Οι Αμεσοεπιβλητικοί, όπως από καιρό αποκαλούσαν τους εαυτούς τους οι πρωτεργάτες του Διδάγματος, φώναζαν για να αρχίσουν και πάλι οι βραδινές συγκεντρώσεις. Η προοπτική αυτή άγχωνε, για να μην πούμε και ότι φόβιζε πια τους αστούς…και αυτό δυστυχώς τους έκανε να θυμούνται και να νοσταλγούν ακόμα περισσότερο τον δόκτορα Τιλέκτερ. Και τότε συνέβη κάτι πολύ, μα πάρα πολύ παράξενο…
Ενα πρωί οι αστοί σηκώθηκαν όπως και κάθε άλλο αλλά πολλοί από αυτούς, άντρες μα και γυναίκες, όταν κοίταξαν στον καθρέφτη του μπάνιου τους, πάγωσαν. Γιατί στον καθρέφτη δεν έβλεπαν το δικό τους πρόσωπο που ήξεραν τόσο καλά μα ένα άλλο, άγνωστο τους, άσχημο, φριχτό. Αν βέβαια τον είχαν δει έστω και μια φορά θα αναγνώριζαν αμέσως το πρόσωπο του δόκτορα Τιλέκτερ γιατί αυτό τους κοίταζε μέσα από τον καθρέφτη…
Τρομοκρατημένοι οι αστοί και οι αστές βγήκαν τρέχοντας από το μπάνιο και χωρίς να πουν τίποτα ούτε στα μέλη της οικογένειας τους έφυγαν για τς δουλειές τους. Σε όλους φυσικά έκανε εντύπωση κάτι, ότι τόσοι πολλοί και πολλές που έβλεπαν στους δρόμους, στο μετρό, στις στάσεις των λεωφορείων, στον εργασιακό τους χώρο, ακόμα και στο ίδιο τους το σπίτι πριν φύγουν τώρα που το καλοσκέφτονταν είχαν το ίδιο πανάσχημο πρόσωπο που είχαν αντικρίσει το πρωί στον καθρέφτη τους. Ούτε ένας ή μια όμως δεν τόλμησε να πει ή να ρωτήσει κάτι για αυτό…έτρεμαν το ποια θα μπορούσε να είναι η απάντηση σε σχέση με το δικό τους πρόσωπο.
Είχε πια φτάσει φθινόπωρο και η νύχτα ερχόταν νωρίτερα… Εκείνο το βράδυ όμως θα έλεγες ότι το σκοτάδι έπεσε πιο βαρύ από ποτέ άλλοτε επάνω απ’ το άστυ. Ακόμα πιο βαριά και από αυτό όμως ήταν η σιωπή που απλωνόταν παντού…
Σιωπή, σιωπή παντού που άρχισε να μοιάζει με αυτή του τάφου όσο η ώρα πλησίαζε 8. Αυτό όμως που την έκανε ακόμα βαρύτερη ήταν ο ένας και μοναδικός ήχος που την διαπέρασε, την έσχισε σαν καλοακονισμένο νυστέρι ακριβώς την ώρα που τα ρολόγια έδειξαν 8. Ενας απαίσιος, εφιαλτικός ήχος που κανείς δεν μπορούσε να πει από πού ακριβώς ερχόταν…ίσως πολύ απλά επειδή ήταν παντού, ο ίδιος και την ίδια ακριβώς στιγμή.
Το γέλιο του δόκτορα Τιλέκτερ διήρκεσε μόλις μερικά δευτερόλεπτα αν και στους αστούς φάνηκε ότι κράτησε ώρες, μήνες, δεκαετίες. Και ήταν σα να διατύπωνε μία ή μάλλον δύο ερωτήσεις…«Θα τολμήσετε να ξαναμιλήσετε; Θα τολμήσετε να ξανασκεφτείτε;». Αυτό που το ακολούθησε ήταν και πάλι σιωπή…
Απέραντη σιωπή, δίχως ούτε ίχνος λόγων μα και Λόγου μέσα της… Η σιωπή των αστών. Ο δόκτωρ Τιλέκτερ είχε πάρει τις απαντήσεις στις ερωτήσεις του, την κοινή απάντηση και στις δύο…Και ήταν αυτή ακριβώς που ανέμενε. Πόσο προβλέψιμοι, πόσο μικροί, πόσο αδύναμοι ήταν τελικά αυτοί οι αστοί…
Στο απομονωμένο, υπόγειο και μυστικό κρησφύγετο του – το master control, όπως το αποκαλούσε ο ίδιος – ένας μορφασμός οργής, λύσσας, μίσους μα και αηδίας έκανε ακόμα πιο άσχημο το πρόσωπο του δόκτορα Τιλέκτερ καθώς κοίταζε στο μεγάλο ευρυγώνιο μόνιτορ που είχε μπροστά του.
Είχε ήδη πάρει την εκδίκηση του, το μόνο που έμενε ήταν να επιβεβαιώσει ξανά την απόλυτη κυριαρχία του. Πάτησε το κουμπί που άνοιγε το μικρόφωνο του αλλά ο ήχος που κομμάτιασε την σιωπή αυτή τη φορά δεν ήταν το γέλιο του μα κάτι ακόμα χειρότερο, πιο φρικαλέο μα και πολύ πιο επίφοβο.
Ηταν ο γεμάτος από κακία αλλά και ικανοποίηση βρυχηθμός της ύαινας μπροστά στο ημιθανές ακόμα θύμα της. Ενα θύμα που βρίσκεται σε τραγικότερη ίσως θέση από κάθε άλλο καθώς είναι μεν ακόμα ζωντανό αλλά πάρα πολύ αδύναμο για να αντιδράσει και να ανατρέψει την μοίρα του, για την ακρίβεια δεν μπορεί καν να διεκδικήσει έστω και μια ελάχιστα καλύτερη μοίρα από αυτήν που η τόσο σίγουρη για τον εαυτό της ύαινα του έχει ήδη προετοιμάσει…
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου