σκέψεις, απόψεις και προτάσεις σχετικά με την όποια αλλαγή ή βελτίωση της «αρχής»....


και ως «αρχής»: το τοπικό ή χρονικό σημείο από όπου αρχίζει κάτι, η αφετηρία ή η αρχική φάση, το ξεκίνημα…..η πρωταρχική αιτία, η αφορμή….. η προέλευση, το αρχικό σημείο της δημιουργίας……ο θεμελιακός κανόνας στη φύση, στην επιστήμη, στην τέχνη, στην πολιτική κ.λπ…..ο βασικός κανόνας που ρυθμίζει την προσωπική ή την κοινωνική συμπεριφορά και φυσικά η δημόσια εξουσία και τα πρόσωπα που την ασκούν ή την εκπροσωπούν

Σάββατο 9 Ιουλίου 2011

Ο Αναρχισμός και η «στρατηγική μη βία»


«Το βασικό μέρος του πολιτικού προγράμματος των αναρχικών είναι η απομάκρυνση της βίας μέσα στις ανθρώπινες σχέσεις. Είναι μια ζωή βασισμένη στην ελευθερία του ατόμου, δίχως την παρέμβαση του χωροφύλακα», λέει ο Ιταλός αναρχικός Ερίκο Μαλατέστα. «Η βία δεν είναι καταδικαστέα αλλά δεν είναι πάντα απαραίτητη» τονίζει επίσης ο Σλαβόι Ζίζεκ.
Ωστόσο όμως υπάρχει μια τάση ο αναρχικός χώρος να ταυτίζονται με τη βία. Μπορούν οι πεποιθήσεις και οι αντιλήψεις των ανθρώπων να αλλάξουν μέσω της βίας; Παρόμοιας φύσης ερωτήματα, δύσκολα να απαντηθούν, ταλανίζουν το αναρχικό κίνημα ήδη από τις απαρχές του.
Αυτό σε πρώτη φάση που θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος, είναι πως η βία αναπαράγει έναν φαύλο κύκλο που τις περισσότερες φορές δαιμονοποιεί ένα κίνημα και θυματοποιεί την εξουσία. Έχω πολλές φορές δείξει μια έντονη κλίση προς τον πασιφισμό και τον φιλειρηνισμό γενικότερα. Κοινωνική απειθαρχία, διάλογος, προτάσεις και ενημέρωση μπορεί να επιφέρουν θετικότερα αποτελέσματα από ότι κάποιες συνεχόμενες βίαιες συγκρούσεις. «Εμείς οι αναρχικοί δεν θέλουμε να απελευθερώσουμε τους ανθρώπους, θέλουμε οι λαοί απελευθερωθούν από μόνοι τους» καταλήγει ο Ερίκο Μαλατέστα επισημαίνοντας την ύπαρξη της αυτονομίας εντός του αναρχικού κινήματος.Βρίσκεται όμως αυτού του είδους η αυτονομία σε αντιδιαστολή με την βία, την οποία ο Μαλατέστα είχα χαρακτηρίσει ως μια μορφή εξουσίας;
Αυτονομία: Tο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης που αφορά τις εν δυνάμει ικανότητες ενός ατόμου να λαμβάνει αποφάσεις κατόπιν ενημέρωσης και χωρίς εξαναγκασμό. Αυτονομία σημαίνει να μπορεί το κάθε άτομο από μόνο του να ρυθμίζει την συμπεριφορά του δίχως κάποια εξωτερική παρέμβαση (αυτο-έλεγχος), να γνωρίζει από μόνο του πως και γιατί πρέπει να οριοθετεί την ελευθερία του με σκοπό να μην επεμβαίνει στην ελευθερία κάποιου άλλου. Τον καλύτερο ορισμό ωστόσο για την αυτονομία μας δίνει ο Κονρήλιος Καστοριάδης (Ο Θρυμματισμένος κόσμος):
        Το πρόταγμα της αυτονομίας είναι μια δημιουργία της ιστορίας μας. Ένα τεράστιο πρόβλημα είναι το δράμα που πηγάζει από το γεγονός ότι ως τώρα αυτή η ιστορία δεν έχει αφήσει πραγματικά ίχνη παρά μόνο στο ένα όγδοο των ανθρωπίνων κοινωνιών και ότι οι άλλες κοινωνίες, και ιδίως αυτές όπου η θρησκεία εξακολουθεί να παίζει ένα σημαντικό ρόλο, όπως οι ισλαμικές κοινωνίες, φαίνονται σχεδόν αδιάβροχες σε σχέση με αυτές τις αξίες της ελευθερίας, της ισότητας, της δικαιοσύνης κτλ. Αυτή η κληρονομιά της δικής μας παράδοσης, της δημοκρατίας και της φιλοσοφίας δεν είναι η μόνη κληρονομιά. Έχουμε κι άλλη κληρονομιά: την Ιερά Εξέταση, τον σταλινισμό και τον ρατσισμό, όλα αυτά αποτελούν επίσης δημιουργίες. Μέσα από αυτήν την κληρονομιά διαλέγουμε το πρόταγμα της αυτονομίας και αντιπαλεύουμε με αυτό την κατάσταση της ετερονομίας… Το πρόταγμα της αυτονομίας δεν είναι μια πολιτική επιχείρηση σαν οποιαδήποτε άλλη. Δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο δια μέσου της αυτόνομης δραστηριότητας του κόσμου. Η δραματική απουσία αυτής ακριβώς της αυτόνομης δραστηριότητας είναι αυτό που χαρακτηρίζει τη σημερινή πραγματικότητα.
Θα μπορούσε λοιπόν η βία να θεωρηθεί ως μια μορφή ετερονομίας; «ΑΝΑΡΧΙΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΜΗ ΒΙΑ, μη κυριαρχία ανθρώπου σε άνθρωπο, μη επιβολή βιαίως της βούλησης ενός ή περισσοτέρων στους υπολοίπους. Είναι μόνο μέσω της εναρμόνισης των συμφερόντων, μέσω της εθελούσιας συνεργασίας, της αγάπης, του σεβασμού, της αμοιβαίας ανοχής, είναι μόνο με την πειθώ, το παράδειγμα, τη μεταδοτικότητα και το αμοιβαίο όφελος από την επιείκεια που μπορεί και πρέπει να θριαμβεύσει η αναρχία, δηλαδή μια κοινωνία αδελφών ελευθέρως αλληλέγγυων, η οποία θα εξασφαλίζει στους πάντες την μέγιστη ελευθερία, τη μέγιστη ανάπτυξη, τη μέγιστη δυνατή ευημερία» καταλήγει ο Μαλατέστα.
Ο αναρχισμός λοιπόν, που από πολλούς έχει κατηγορηθεί σαν ένα κίνημα που συγκεντρώνει στους κόλπους του ταραχοποιούς και «εξτρεμιστικά στοιχεία», είναι η μόνη κοινωνικοπολιτική ιδεολογία που απορρίπτει τον στρατό, την αστυνομία, τις φυλακές και τα σύνορα των χωρών. Είναι συνεπώς εκ φύσεως μια ειρηνική ιδεολογία σε αντίθεση με όλα τα υπόλοιπα πολιτικά συστήματα που θεωρούν αυτούς τους θεσμούς ως αυτονόητα και αναπόσπαστα κομμάτια τους. Στο αναρχικό κίνημα, οι πασιφιστές, οι ειρηνικοί διαδηλωτές δεν είναι λίγοι, όπως δεν είναι λίγοι και αυτοί που αποφάσισαν να προσχωρήσουν στον αναρχισμό νιώθοντας έντονη απέχθεια προς την βία του συστήματος. Ακόμα περισσότερο, αν ρίξουμε μια ματιά στην ιστορία θα δούμε επίσης ότι το αναρχικό κίνημα είναι από τα λιγότερο βίαια κινήματα που πέρασε ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας. Κάνοντας μια σύγκριση με τον Σταλινισμό, Μαοισμό και τα βουνά πτωμάτων που άφησαν πίσω τους, τον καπιταλισμό που επί τόσα χρόνια στηρίζεται στην εκμετάλλευση των φτωχότερων χωρών (δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, απικοιοκρατίες, ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, φασιστικές δικτατορίες αφανισμοί πληθυσμών, γενοκτονίες…), αν συγκρίνουμε αυτά τα συστήματα λοιπόν με το παράδειγμα της επανάστασης των αναρχικών στην Καταλονία, την Παρισινή Κομμούνα και διάφορες άλλες αυτόνομες κοινότητες που έχουν δημιουργήσει αναρχικές ή επαναστατικές ομάδες σε διάφορα μέρη του κόσμου, αρκεί για να αναθεωρήσουμε σχετικά με το «πόσο βίαιο σαν κίνημα είναι ο αναρχισμός», μια αντίληψη που εσκεμμένα καλλιεργείται στο ευρύ κοινό.
Σαφέστατα μέσα στον αναρχικό χώρο δεν λείπουν αυτοί που θα υποστηρίξουν βίαιες μεθόδους σύγκρουσης με το κατεστημένο και αυτοί, ως ένα βαθμό, θα κλέψουν τα φώτα της δημοσιότητας και θα κεντρίσουν το ενδιαφέρον των Μέσων Ενημέρωσης. Μια από αυτές τις περιπτώσεις είναι και το αντάρτικο πόλης. Κατά πόσο όμως θα πρέπει οι έστω και μεμονωμένες ενέργειες αυτών των ανθρώπων να καταδικάζονται, ακόμα και από αυτούς που επιλέγουν την ειρηνική οδό για κοινωνικές αλλαγές;
Πρώτα από όλα θα πρέπει να γίνει κατανοητό πως η μη-βία και ο πασιφισμός, σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να γίνουν αφορμή για να δικαιολογηθούν τετριμμένοι κανόνες ηθικής κάτι που ωστόσο βλέπουμε πως συμβαίνει. Πολλές φορές η υποστήριξη της μη-βίας προέρχεται από άτομα που ο τρόπος που σκέφτονται είναι πλήρως παγιδευμένος σε μια ελιτίστικη-μικροαστική προσέγγιση των καταστάσεων, κάτι που έχω συναντήσει αρκετά κατά την διάρκεια των Βρετανικών κινητοποιήσεων. Πολλοί ήταν αυτοί που εξέφρασαν απόψεις όπως «μα ποιός πληρώνει για τις καταστροφές που προκαλούν οι διαδηλωτές; Δεν τις πληρώνουμε εμείς με τους φόρους μας;»
Δυστυχώς η έννοια του πασιφισμού σήμερα έχει διαφοροποιηθεί. Η ίδια η λέξη έχει χάσει την σημασία της. Η επιλογή της μη χρήσης βίας είναι θέμα στρατηγικής, έχει να κάνει με την υιοθέτηση μιας πιο αποτελεσματικής μεθόδου για την αλλαγή της κοινωνίας και όχι με την αποφυγή σύγκρουσης. Ωστόσο όμως βλέπουμε πως ο πασιφισμός τείνει να ταυτιστεί ως έννοια με τον συμβιβασμό στο φιλελεύθερο/συντηρητικό status quo, τείνει να δικαιολογεί αντιλήψεις που δεν μπορούν να απεγκλωβιστούν από την καπιταλιστική νοοτροπία της «ταξικής ειρήνης», κοινώς επικροτεί την κρατική βια και πολεμά κάθε μορφή ρήξης με το κατεστημένο. Έτσι λοιπόν θα μπορούσαμε εν συντομία να πούμε πως ο πασιφισμός, με τον τρόπο που εκφράζεται σήμερα στις περισσότερες Δυτικές κοινωνίες, έχει απομακρυνθεί από το πρόταγμα της αυτονομίας και μάλιστα λειτουργεί κατασταλτικά απέναντί της.
Η βία κάποιων ατόμων που θα βανδαλίσουν μια τράπεζα, ακόμα και η βία αυτών που επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν μεθόδους αντάρτικου πόλης δεν μπορεί με τίποτα να συγκριθεί με την απανθρωπιά του καπιταλισμού και της ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων του, ένα σύστημα που είναι υπεύθυνο για το θάνατο πάνω από 16.000 ανθρώπων κάθε μέρα, την αύξηση του αριθμού των άστεγων, την έξαρση της εγκληματικότητας, την ρύπανση και την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος.Ποιά είναι χειρότερη βία, η καταστροφή ενός αυτοκινήτου ή ο θάνατος εφτά εκατομμυρίων ανθρώπων που έχει προκαλέσει ο πόλεμος στο Ιράκ και στην Μέση Ανατολή τα τελευταία χρόνια; Για τούτη την σιωπηλή γενοκτονία όμως κανείς δεν θα μιλήσει. Ίσως μερικά άρθρα να γραφτούν σε κάποιες «προοδευτικές» εφημερίδες, από αυτά που μόλις διαβαστούν θα ξεχαστούν μέσα σε λίγα λεπτά. Κανένας ακριβοπληρωμένος κονδυλοφόρος δεν θα συμπεριλάβει στις λίστες του με τα τραγικά συμβάντα όλα τα εργατικά ατυχήματα που προκαλούνται εξαιτίας της ανευθυνότητας των εργοδοτών, για τις αυτοκτονίες αυτών που έχουν πέσει θύματα του ληστρικού δανεισμού των τραπεζών. Βλέπουμε άλλωστε τα κροκοδείλια δάκρυα των φιλελεύθερων πολιτικών για τους νεκρούς μετανάστες που πνίγονται στην προσπάθεια τους να περάσουν στην Ευρώπη, μακριά από έναν πόλεμο που οι ίδιοι στήριξαν, θα δούμε πάλι τους δημοσιογράφους να κάνουν λόγο για «τρομοκρατία» αγνοώντας τις εκατόμβες νεκρών που αφήνουν πίσω τους η φτώχεια και η εξαθλίωση των εκμεταλλευόμενων χωρών…
Τί είναι το αντάρτικο πόλης; Πρόκειται για ομάδες ανθρώπων που ένοπλα αμύνονται σε ένα σύστημα που στηρίζει την ύπαρξή του πάνω σε μια ευρείας κλίμακας άσκηση βίας. Όσο και αν διαφωνεί η συμφωνεί κάποιος με τις ενέργειες αυτές, θα πρέπει να έχει κατά νου πως πρόκειται για ανθρώπους που ρισκάρουν την ίδια τους την ζωή, δεδομένου ότι ανα πάσα στιγμή μπορεί να συλληφθούν (δεν αναφέρομαι σε περιπτώσεις που θέτουν σε κίνδυνο την ζωή αθώων πολιτών). Η κριτική εκ του ασφαλούς είναι μια εσφαλμένη στάση που για μια ακόμη φορά δείχνει πως ο πασιφισμός έχει χάσει την πρωταρχική και πραγματική του έννοια. Αν ωστόσο πάλι τίθεται θέμα απειλής κάποιας ανθρώπινης ζωής, τότε ας αναλογιστεί κάποιος, πόσες από τις αναρχικές οργανώσεις αντάρτικου πόλης ευθύνονται για θάνατο αθώων πολιτών; Οι περιπτώσεις είναι ελάχιστες αν συγκρίνει κανείς τις επιθέσεις ακροδεξιών ή παρακρατικών οργανώσεων, από θρησκευτικές φονταμενταλιστικές κλίκες ή ομάδες Σταλινικών πεποιθήσεων και φυσικά την κρατική βία και την δολοφονική Ιμπεριαλιστική Τάξη Πραγμάτων.
Υπάρχουν διάφορες μορφές βίας. Υπάρχει η σωματική βία και ψυχολογική βία. Η πιο ύπουλη μορφή βίας είναι η υποσυνείδητη βία. Την χειρότερη μορφή υποσυνείδητης βίας συναντάμε σε πολλές διαφημίσεις αλλά και στα δελτία ειδήσεων. Η καταστολή της συνείδησης, ο νεο-κομφορμισμός και η απάθεια που έχει επιβάλει το καταναλωτικό μοντέλο του μεταμοντερνικού Δυτικού καπιταλισμού, αναμφισβήτητα θα πρέπει να τρομάζουν περισσότερο τους «επικριτές της βίας» εκ του ασφαλούς από οποιαδήποτε πράξη δεν συνάδει με τους χρεοκοπημένους τους κανόνες ηθικής. Το μέλλον δείχνει αρκετά ζοφερό από την στιγμή που όλοι καλούμαστε να πληρώσουμε την κρίση που μια χούφτα πλουτοκράτες έχει προκαλέσει. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην οικονομική κρίση, διότι όπως έχω τονίσει σε προηγούμενο άρθρο, η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. (Υπάρχει επίσης και η κρίση των αξιών: Ο υπερκαταναλωτισμός και η απάθεια καλπάζουν. Ο ρατσισμός, η εκμετάλλευση και ο ελιτισμός όσο και η δημοκρατία, η αυτονομία, η ελευθερία και  η ισότητα συνυπάρχουν στις Ευρωπαϊκές παραδόσεις. Αναπόσπαστο κομμάτι της Ευρωπαϊκής ιστορίας είναι οι αποικιοκρατίες και η καλλιέργεια της συνείδησης του «ανώτερου λευκού Ευρωπαίου»). Για αυτού του είδους την τρομοκρατία και τον καταναγκασμό όμως, όχι μόνο κανείς δεν θα μιλήσει αλλά θα αποδοκιμαστεί κάθε είδους προσπάθεια ανατροπής αυτής της εφιαλτικής πραγματικότητας. Η καταστολή των συνειδήσεων στον μεταμοντερνικό εφιάλτη του οικονομικού κανιβαλισμού είναι αναμφισβήτητα μια από τις χειρότερες μορφές βίας που ασκείται καθημερινά από την δικτατορία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
«Η δημοκρατία δεν μπορεί να είναι ποτέ τέλεια, θα πρέπει να αποδεχτούμε τις καταστάσεις όπως είναι δίχως να αναζητούμε «ακραίες και ουτοπικές» λύσεις». Με τέτοιου είδους απόψεις ερχόμαστε σε σύγκρουση αρκετές φορές. Στην πραγματικότητα, η δημοκρατία που βιώνουμε είναι πολύ πιο «ατελή» από όσο φανταζόμαστε. Το σύνολο των αποφάσεων σήμερα για θέματα που αφορούν την οικονομία, την εξουσία και την διαχείριση των μέσων παραγωγής λαμβάνονται και επικυρώνονται από ισχυρά εξουσιαστικά κέντρα – όπως η «Wall Street» και το Ευρωκοινοβούλιο – και όχι άμεσα από την πλειοψηφία ενός πληθυσμιακού συνόλου. Τι είδους δημοκρατία λοιπόν είναι αυτή στην οποία η λαϊκή κυριαρχία απουσιάζει; Τίποτα περισσότερο από μια φιλελεύθερη δικτατορία.  Κάτω από αυτές τις συνθήκες λοιπόν, και με βάση τα δεδομένα όπου «το 2% των πιο πλούσιων ενήλικων κατοίκων του πλανήτη κατέχει περισσότερο από το 50% της περιουσίας του συνόλου των νοικοκυριών του πλανήτη, ενώ αντίθετα, το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού των φτωχών ενηλίκων, σχεδόν κατέχει μόνο το 1% του παγκόσμιου πλούτου» (πηγή: panosz), η ιδέα της ολοκληρωτικής ανατροπής ενός τόσο απάνθρωπου συστήματος δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ακραία και ουτοπική.
        Δημοκρατία σημαίνει την πραγματική δυνατότητα συμμετοχής όλων των ατόμων στην εξουσία και μια τέτοια συμμετοχή επιβάλλει την ανάπτυξη υπεύθυνων πολιτών με ατομική κρίση. Μια τέτοια ανάπτυξη προϋποθέτει την απόλυτη κατοχύρωση και επέκταση των ατομικών ελευθεριών και, πάνω απ΄ όλα, την ανάπτυξη μιας παιδείας που να είναι, κατά μέγιστο λόγο, παιδεία ελευθέρων ανθρώπων και, κατά το ελάχιστο λόγο, κατασκευή επαγγελματιών και τεχνικών.
Κονρήλιος Καστοριάδης (Ο Θρυμματισμένος κόσμος).
Από τη στιγμή που οι πεποιθήσεις και ο τρόπος ζωής του καθενός επηρεάζεται άμεσα από τα ΜΜΕ, που φυσικά εξυπηρετούν τα συμφέροντα μεγαλο-επιχειρηματιών (τραπεζίτες, επιχειρηματίες, πολιτικοί), δεδομένου ότι η κοινή γνώμη φαίνεται να είναι παγιδευμένη στον ακραίο παραλογισμό του μεταμοντερνικού ψευτο-πολιτισμού, καταδικασμένη στην απάθεια και την ακρισία, υπό αυτές τις συνθήκες, αυτού του είδους η επίφαση δημοκρατίας θα πρέπει να θεωρηθεί επικίνδυνη και να ανατραπεί άμεσα. Αλλά δυστυχώς τα δεδομένα της εποχής δικαιώνουν όσο ποτέ άλλοτε την φράση του Umberto Eco«σήμερα μόνο οι ηλίθιοι κάνουν δικτατορίες με τανκ, τη στιγμή που υπάρχει η τηλεόραση». Ακόμη περισσότερο, δημοκρατία δεν σημαίνει ότι το 51% του τμήματος ενός πληθυσμού μπορεί να επιβληθεί στο υπόλοιπο 49%. Δημοκρατία σημαίνει πως ο κάθε άνθρωπος μπορεί να λαμβάνει μέρος σε αποφάσεις που τον επηρεάζουν.
Με μια ιστορική ματιά: Ο George Orwell που πολέμησε στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο στην γραμμή του σοσιαλιστικού POUM, στο βιβλίο του «Φόρος Τιμής στην Καταλονία» περιγράφει τις θετικές μαρτυρίες του από την Αναρχική Επανάσταση στην Καταλονία.
        Οι Αναρχικοί, εξακολουθούσαν να διατηρούν έναν μάλλον φανταστικό έλεγχο στην Καταλονία, και η Επανάσταση εξακολουθούσε να προχωράει μέσα από μια ιδιότυπη γενική έξαψη. Σε κάποιον πάντως που θα ήταν παρών από την αρχή των γεγονότων, φαινόταν, από τον Δεκέμβρη κιόλας ή τον Γενάρη, πως η Επαναστατική περίοδος, είχε ήδη τελειώσει. Αλλά για κάποιον που ερχόταν κατ’ ευθείαν  από την Αγγλία, το θέαμα της Βαρκελώνης, ήταν σίγουρα κάτι το τρομακτικό και κατακλυσμιαίο! Για μένα άλλωστε, ήταν και η πρώτη φορά που βρισκόμουν σε μια πόλη, όπου τα χαλινάρια τα κρατούσε η εργατική τάξη. Πρακτικά μιλώντας, όλα τα κτίρια, οποιουδήποτε μεγέθους, είχαν καταληφθεί από τους εργάτες, που είχαν βέβαια «φορέσει» τις κόκκινες σημαίες, ή και τις μαυρο-κόκκινες, των Αναρχικών. Σε όλους, μα όλους τους τοίχους της πόλης, υπήρχαν ζωγραφισμένα σφυροδρέπανα και εμβλήματα των επαναστατικών κομμάτων. Σχεδόν κάθε εκκλησία είχε συληθεί, και οι εικόνες καίγονταν. Άλλες εκκλησίες, εδώ κι’ εκεί, είχαν κατεδαφιστεί συστηματικά από ομάδες εργατών. Σε κάθε κατάστημα, σε κάθε καφενείο, έβλεπες πινακίδες που έλεγαν πως το κατάστημα αυτό, είχε κολλεκτιβοποιηθεί! Ακόμα και παράγκες τσαγκάρικες είχαν κολλεκτιβοποιηθεί, και είχαν βαφτεί κοκκινόμαυρες! Οι σερβιτόροι σε κοιτούσαν ίσια στα μάτια, και σου φέρονταν σαν ίσος σε ίσο.
Ενώ κάποιες μορφές της γλώσσας κάπως πιο επίσημες, είχαν προσωρινά εξαφανιστεί. Κανείς δεν αποκαλούσε πια τον άλλον «κύριε» ή «Δον», όλοι αποκαλούσαν ο ένας τον άλλο «σύντροφε», και αντί για «καλημέρα», όλοι χαιρετιόντουσαν με το «γειά». Το να δίνεις ή να ζητάς και να παίρνεις φιλοδώρημα, ήταν πια απαγορευμένο, και με νόμο μάλιστα, από τον καιρό του Πρίμο ντε Ριβέρα. Η πρώτη δική μου εμπειρία γι’ αυτό, υπήρξε μια «διάλεξη» που μου έκανε ένας διευθυντής ξενοδοχείου, όταν προσπάθησα να δώσω φιλοδώρημα στο παιδί του ασανσέρ. Δεν υπήρχαν καθόλου ιδιωτικά αυτοκίνητα πλέον, και τα τραμ, τα ταξί, & τα άλλα μέσα μεταφοράς, είχαν, όλα βαφτεί κόκκινα και μαύρα. Παντού έβλεπες επαναστατικές αφίσες, που έλαμπαν με τα καθαρά κόκκινα και μπλε τους χρώματα, κάνοντας τις λίγες διαφημίσεις που είχαν απομείνει, να φαίνονται σαν λασπωμένες μουτζούρες! Κάτω στο Ράμπλας, στην άδεια κεντρική οδική αρτηρία, όπου το πλήθος σχημάτιζε ποτάμια, βαδίζοντας ολημερίς πάνω-κάτω, τα μεγάφωνα, μετέδιδαν συνέχεια επαναστατικά τραγούδια! Κι’ αυτό, συνεχιζόταν όλη τη μέρα, αλλά και αργά τη νύχτα.
Και αυτό ακριβώς το θέαμα του πλήθους, ήταν το πιο αλλόκοτο πράγμα απ’ όλα. Και για να το πούμε έξω απ’ τα δόντια, μιλάμε για μια πόλη, στην οποία, οι πλουσιότερες τάξεις, έδειχνε πως είχαν πλέον σταματήσει να υπάρχουν! Και εκτός από έναν μικρό αριθμό γυναικών και ξένων, δεν υπήρχε κανείς, που να μπορείς να πεις πως ήταν καλοντυμένος. Στην πραγματικότητα, όλοι πλέον φορούσαν ρούχα της εργατικής τάξης, ή εκείνες τις μπλε φόρμες, ή και ρούχα-στολές της Πολιτοφυλακής.
Όλα αυτά πάντως, ήταν και αλλόκοτα, αλλά και συγκινητικά. Υπήρχαν φυσικά, πολλά απ’ αυτά, που δεν τα καταλάβαινα. Ακόμα και πολλά, που μπορείς να πεις, πως δε μου άρεσαν καν. Αλλά σίγουρα, ήταν πράγματα, για τα οποία, δεν μπορούσες, παρά να αναγνωρίσεις πως άξιζε κάποιος να παλέψει γι’ αυτά! Τελικά, πίστεψα πως τα πράγματα ήταν έτσι ακριβώς πως έδειχναν. Ότι αυτό που έβλεπα, ήταν όντως ένα Εργατικό Κράτος. Ότι όλη η Αστική τάξη, η μπουρζουαζία, είτε είχε τραπεί σε φυγή, είτε είχε σκοτωθεί στις μάχες, είτε, τέλος πάντων, είχε εθελοντικά προσχωρήσει στην πλευρά των εργατών. Απλά, φαίνεται, πως καθόλου δεν είχα πάρει χαμπάρι, πως πλήθη ολόκληρα από αστούς, που μάλιστα έδειχναν να ξέρουν πολύ καλά τι έκαναν, «παρίσταναν τον ψόφιο κοριό», μεταμφιεσμένοι σε εργάτες μέχρι να περάσει η μπόρα.
Μαζί με όλα αυτά ανάκατα στην ατμόσφαιρα, πλανιόταν, βέβαια, και κάτι από το σατανικό πνεύμα του Πολέμου. Η πόλη, είχε πάρει μια εικόνα αποστεωμένη, βρώμικη & ανοικοκύρευτη. Οι δρόμοι και τα κτίρια, φανερά ασυντήρητα. Οι ίδιοι αυτοί οι ασυντήρητοι δρόμοι της πόλης, όλοι οι δρόμοι, για το φόβο των αεροπορικών επιδρομών, ήταν ελάχιστα φωτισμένοι, και για να λέμε την αλήθεια, θεοσκότεινοι. Ενώ τα μαγαζιά, ήταν κουρελιάρικα τα πιο πολλά, και στην καλύτερη περίπτωση, με μισοάδεια τα ράφια λίγα, τα καλύτερα. Το κρέας, ήταν, φυσικά, σπάνιο. Ενώ το γάλα, πρακτικά, ήταν ένα πολύ δύσκολο έπαθλο. Υπήρχε απλά, ένα είδος «περίπου κάρβουνου», λίγη ζάχαρη και πετρέλαιο, και ελάχιστο, από ένα είδος ψωμιού. Ακόμα κι’ αυτή την περίοδο, οι ουρές για την προμήθεια ψωμιού, συχνά, πάντα σχεδόν, εκτείνονταν σε πολλές εκατοντάδες γυάρδες. Και έτσι όμως, ακόμα και τώρα, απ’ ότι μπορούσε πολύ εύκολα να καταλάβει κάποιος, οι πολίτες, ήταν και ευχαριστημένοι(!), και γεμάτοι ελπίδες! Στο κάτω-κάτω, η ανεργία ήταν μηδενική, και το κόστος της ζωής, μπορούσε ακόμα να διατηρείται σε πραγματικά χαμηλότατα επίπεδα. Μπορούσες να δεις, ελάχιστους μόνο φανερά πάμφτωχους ανθρώπους. Ενώ δεν υπήρχαν και καθόλου σχεδόν ζητιάνοι, εκτός από τους τσιγγάνους.
Πάνω απ’ όλα όμως, έβλεπες μια σταθερή πίστη στην Επανάσταση και στο Μέλλον, ένα διάχυτο αίσθημα, ότι είχες κιόλας μεταφερθεί σε μια περιοχή Ισότητας & Ελευθερίας. Τα ανθρώπινα πλάσματα, προσπαθούσαν πάνω απ’ όλα να συμπεριφέρονται σαν τέτοια, σαν ανθρώπινα πλάσματα δηλαδή. Κι’  όχι σαν απλά εξαρτήματα σε μια τερατώδη καπιταλιστική Μηχανή. Στα κουρεία, είχαν αναρτήσει πινακίδες με αναρχικό περιεχόμενο (οι περισσότεροι κουρείς ήταν Αναρχικοί), που εξηγούσαν ευγενικά, πως όλοι οι μπαρμπέρηδες, είχαν πλέον σταματήσει να είναι σκλάβοι! Στους δρόμους, έδιναν χρώμα φανταχτερές, φωτεινές αφίσες, που καλούσαν τις πουτάνες, να σταματήσουν πλέον να είναι πουτάνες.
Για οποιονδήποτε όμως προερχόταν από τον «ξινό», σκληρό & αλαζονικό πολιτισμό των «αγγλόφωνων φυλών», αυτή η λογοτεχνική εκζήτηση με την οποία «όλοι αυτοί οι ιδεαλιστές Ισπανοί» προσλάμβαναν τα χιλιοειπωμένα συνθήματα της Επανάστασης, ήταν, κάτι απλά «αξιοθρήνητο»!
Ήταν τέτοιοι οι καιροί, που επαναστατικές μπαλάντες του πιο απλοϊκού τύπου, όλες, μα όλες, για την «προλεταριακή αδερφοσύνη» ή για την «κακοήθεια του Μουσολίνι», πουλιόταν όλες στους δρόμους, για μερικά σαντίμια η κάθε μια.
Όχι λίγες φορές μάλιστα, έβλεπα ανθρώπους, μέλη της Πολιτοφυλακής, φανερά χωρίς καμιά σχέση «με λογοτεχνίες και τέτοια», να αγοράζουν μια απ’ αυτές τις μπαλάντες, να τις απαγγέλλουν με κόπο στο δρόμο, και αμέσως μετά, να τις τραγουδούν(!), αφού τις είχαν «ταιριάξει» σε έναν γνωστό, πετυχημένο σκοπό (μελωδία) της εποχής…
Errico Malatesta Περί Αναρχισμού και Βίας

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου